Εκπαιδευτήρια Μαντουλίδη

Συμμετοχή των Εκπαιδευτηρίων Μαντουλίδη στον διαγωνισμό Κύπρος: 1974-2015 Δεν ξεχνώ, διεκδικώ, δημιουργώ...

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

Δοκίμιο

Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΓΛΩΣΣΑ



Εισαγωγή

Η κυπριακή γλώσσα, που στην πραγματικότητα αποτελεί διάλεκτο της ελληνικής γλώσσας, είναι η κοινή ομιλούμενη γλώσσα των περισσότερων κατοίκων της ελληνικής Κύπρου, των Ελληνοκυπρίων ανά τον κόσμο, αλλά και ηλικιωμένων της τουρκικής Κύπρου, η οποία δεν χρησιμοποιείται ως επίσημος γραπτός λόγος.  Η κυπριακή διάλεκτος είναι στη σημερινή εποχή η μεγαλύτερη ελληνική διάλεκτος, ακολουθούμενη από τα Ποντιακά και τα Κρητικά. Σε αυτό το δοκίμιο αναπτύσσονται η προέλευση της κυπριακής διαλέκτου, η σχέση της με την ελληνική γλώσσα, καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Επιπλέον, τονίζονται οι επιρροές που δέχθηκε κατά τη διάρκεια των περιόδων που η Κύπρος βρισκόταν κατακτημένη, όπως και ο λεξιλογικός πλούτος της, που ήταν ουσιαστικά το αποτέλεσμα της επαφής με πολλούς και διαφορετικούς πολιτισμούς. Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά προσδίδουν στη διάλεκτο μια διαφορετικότητα και αναδεικνύουν την δύναμη του κυπριακού λαού να διατηρεί αναλλοίωτη την αυθεντικότητα του πολιτισμού του και να ενσωματώνει σε αυτόν νέα, ξενόφερτα πολιτιστικά στοιχεία, ως ιστορικά λάφυρα που κέρδισε από τους κατακτητές του.

 

Προέλευση της κυπριακής διαλέκτου

Από τη 2η χιλιετία π.Χ. χρησιμοποιείται στην Κύπρο η ελληνική γλώσσα, όπως μαρτυρούν κείμενα του Ηροδότου και του Παυσανία, τα οποία συνδέουν την προέλευση της κυπριακής γλώσσας με τους πρώτους Έλληνες κατοίκους του νησιού, που κατάγονταν από τη μυκηναϊκή Πελοπόννησο και εκφράζονταν μέσω της αρκαδικής  διαλέκτου. Η κυπριακή και η αρκαδική διάλεκτος παρουσιάζουν αρκετά κοινά γλωσσικά στοιχεία, όμως η κυπριακή έχει φωνολογικά, φθογγολογικά, γραμματικά και συντακτικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.

Στοιχεία για τα χαρακτηριστικά της αρκαδοκυπριακής διαλέκτου, κατάλοιπα της οποίας εντοπίζονται στους ομιλητές της κυπριακής μέχρι και σήμερα, μπορούμε να αντλήσουμε μόνο από επιγραφές. Η ομοιότητες της κυπριακής διαλέκτου με την αρκαδική φαίνονται από: α) την κλειστότερη προφορά των άτονων βραχέων φωνηέντων α και ο, που τα μετατρέπει σε ι και υ, β) την κατάληξη ονομάτων σε- ης αντί- ευς και γ) την απόδοση των ιαπετικών φθόγγων, στην Μαντίνεια της Αρκαδίας και την Κύπρο, με ιδιαίτερο γράμμα, που αντιστοιχεί περισσότερο με σ (τις και τι σε σις και σι, αντίστοιχα). Η διαφοροποίηση της κυπριακής από την αρκαδική διάλεκτο πραγματοποιήθηκε σταδιακά μετά την κατάρρευση του Μυκηναϊκού κόσμου, λόγω διακοπής της επικοινωνίας της με αυτόν.

Κατά τα Ελληνιστικά χρόνια καθιερώθηκε ως γλώσσα η αλεξανδρινή κοινή σε όλες τις περιοχές που κατοικούσαν Έλληνες, χωρίς διαλεκτικές ιδιομορφίες, για αυτό και ονομάστηκε «κοινή». Στην Κύπρος, όμως, λόγω της γεωγραφικής της θέσης και της απόστασής της από τον ελληνικό κορμό, δημιουργήθηκαν ορισμένες διαλεκτικές διαφορές, κάτι το οποίο υφίσταται σε κάθε γλώσσα και κάθε περιοχή.

 

Διαμόρφωση της κυπριακής διαλέκτου

Στη διαμόρφωση της κυπριακής διαλέκτου συνέβαλαν οι ιδιοτυπίες της αρχαίας κυπριακής, η επίδραση της ελληνιστικής κοινής και της βυζαντινής, η πρόωρη αποκοπή της Κύπρου από το βυζαντινό κορμό (1191 μ.Χ.) και η έκτοτε γεωγραφική και πολιτική απομόνωση της έναντι του υπόλοιπου ελληνισμού, αλλά και οι επιδράσεις που υπέστη κατά το Μεσαίωνα, κυρίως από τους Φράγκους, επί Τουρκοκρατίας και Αγγλοκρατίας.

Πιο συγκεκριμένα, κατά τη Βυζαντινή περίοδο, η κυπριακή διάλεκτος οριστικοποίησε ισχυρά την υφή και τη μορφή της, με αποτέλεσμα μεταγενέστερες επιδράσεις των κατακτητών της Δύσης και των Τούρκων να μην μπορέσουν να την επηρεάσουν πέρα από το φλοιό της. Αυτό οφείλεται, βέβαια, και στη συντηρητικότητα της πνευματικής ζωής των Κυπρίων χάρη στην οποία ο κυπριακός ελληνισμός επιβίωσε.

Η περίοδος των αραβικών επιδρομών (700 – 964 μ.Χ.) δημιούργησε για πρώτη φορά συνθήκες απομόνωσης του νησιού από το διοικητικό κέντρο της Κωνσταντινούπολης, οι οποίες επέτρεψαν την ανάπτυξη βασικών χαρακτηριστικών της κυπριακής διαλέκτου. Η πρώτη επίσημη χρήση της κυπριακής διαλέκτου ανάγεται στα Βυζαντινά χρόνια (7ος αι. μ.Χ.) στο έργο «Βίος του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος», ενώ η αμέσως επόμενη παρατηρείται τον 12ο αιώνα μ.Χ. από τον Άγιο Νεόφυτο τον Έγκλειστο (1134-1219 μ.Χ.).

Κατά την περίοδο της φραγκοκρατίας, τον 13ο αιώνα, η κυπριακή διάλεκτος γίνεται φανερή σε ένα νομικό κείμενο, τις Ασίζες, το οποίο ήταν μετάφραση μέρους του γαλλικού κειμένου των Ασιζών του βασιλείου των Ιεροσολύμων και της Κύπρου και αποτελούσε το αστικό δίκαιο του νησιού. Λόγω και της επίσημης γαλλικής γλώσσας απαντούμε πολλές κυπριακές λέξεις που έχουν γαλλική προέλευση. Το χρονικό του Λεόντιου Μαχαιρά «Εξήγησιν της γλυκείας χώρας Κύπρου», η οποία λέγεται Κρόνακα (15ος αι. μ.Χ.) είναι γραμμένο στην ήδη διαμορφωμένη κυπριακή διάλεκτο της εποχής του και αποτελεί το πρώτο χρονικό στην ελληνική γλώσσα στην Κύπρο. Η πραγματική κυπριακή διάλεκτος διαφαίνεται για πρώτη φορά στα δημοτικά τραγούδια (Το Τραούιν του Διγενή, Η Αροδαφνούσα, Ο Πραματευτής, κτλ), τα οποία υπολογίζεται ότι αποκρυσταλλώθηκαν από τα μέσα της Βυζαντινής περιόδου μέχρι τα τέλη της Βενετοκρατίας (1570 μ.Χ.)

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1570 – 1878 μ.Χ.) δεν υπήρξε αξιόλογο διαλεκτικό έργο, καθώς οι συγγραφείς χρησιμοποιούσαν εκτεταμένα τη λόγια ελληνική με ελάχιστες κυπριακές λέξεις. Μερικά κείμενα της εποχής εκείνης είναι: Ο Θρήνος για την άλωση της  Κύπρου από τους Τούρκους, το Άσμα των δραγομάνων Μαρκουλή και Γεωργή κτλ. Από τη νεότερη γραμματολογία, τα δημοτικά τραγούδια και τα μακροσκελή τραγούδια των ποιητάρηδων, είναι γραμμένα κυρίως σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο και στην ομιλούμενη κυπριακή διάλεκτο. Τέλος, η ισχυρή πολιτιστική επιρροή της αγγλικής γλώσσας κατά την Αγγλοκρατία (1878 – 1959 μ.Χ.)  είναι εμφανής και συνεχής στην Κυπριακή διάλεκτο.

 

Βασικά χαρακτηριστικά της κυπριακής διαλέκτου

α) Φωνολογικά χαρακτηριστικά

Διατήρηση της προφοράς των διπλών συμφώνων (εκτός από το -ρρ-), αλλά και υστερογενής διπλασιασμός απλών συμφώνων, συνήθως σε ενδοφωνηεντική θέση και στο ληκτικό τέρμα -ννω των ρημάτων (λ.χ. άλ-λος) ή μεταξύ λέξεων (λ.χ. απ-πέξω).

Διατήρηση του τελικού –ν των ονομάτων και των ρημάτων της μεσαιωνικής Ελληνικής (λ.χ. χαρτίν, τραπέζιν, βουνόν), αλλά και ανάπτυξή του σε άλλες θέσεις, χωρίς ιστορική βάση (λ.χ. πρόγραμ-μαν).

Αφομοίωση του έρρινου με τους άηχους κλειστούς φθόγγους, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό νέων διπλών συμφώνων (λ.χ. αθ-θός < ανθός). Το φαινόμενο λειτουργεί επίσης μεταξύ λέξεων (λ.χ. εθ θέλω «δεν θέλω») και μαρτυρείται ήδη από τον μεσαίωνα.

Σίγηση των ενδοφωνηεντικών β, γ, δ (ηχηρών διαρκών) και κατόπιν συχνή συγχώνευση των φωνηέντων ή έκκρουση του ασθενεστέρου (λ.χ. φοούμαι «φοβούμαι»).

Εκτεταμένη ουράνωση και δασύς τσιτακισμός του κ σε κ̌ (λ.χ. κ̌εφαλή «κεφαλή»).

Προφορά των αήχων κλειστών κ, π, τ συνοδευόμενων από δασύ πνεύμα (περίπου όπως τα ανακεκαμμένα αρχικά σύμφωνα στα αγγλικά take, tall, λ.χ. κόκκ'αλον, ποτ'έ).

β) Μορφοσυντακτικά  χαρακτηριστικά

Διατήρηση των ληκτικών επιθημάτων -ουσιν και -ασιν στο γ΄ πληθυντικό πρόσωπο του ενεστώτα και μέλλοντα και του αορίστου. Πρόκειται για αξιοσημείωτο αρχαϊσμό της διαλέκτου (λ.χ. κλώθουσιν). Ωστόσο, και τα επιθήματα -ουν και -αν της Νεοελληνικής Κοινής επιδίδουν με αυξανόμενο ρυθμό.

Εκτεταμένη παρουσία του ρηματικού παραγωγικού επιθήματος -ίσκω, είτε επειδή διατηρήθηκε από παλαιότερη φάση της γλώσσας είτε από κατ’ αναλογία σχηματισμό με βάση το αοριστικό θέμα. (λ.χ. φαν-ίσκω «υφαίνω»).

Διατήρηση αξιοσημείωτων αρχαϊσμών στον παρατατικό των πρώην συνηρημένων ρημάτων (λ.χ. θωρώ: εθώρουν, εθώρες, εθώρεν…) και παραμονή του τόνου στην προπαραλήγουσα στη μέση φωνή των προπαροξύτονων ρημάτων (λ.χ. ξαίρουμαι: εξαίρουμουν, εξαίρεσουν, εξαίρετουν…).

Επίταξη του εγκλιτικού μετά το ρήμα, όπως συμβαίνει και με άλλα νησιωτικά ιδιώματα (λ.χ. έδοξέν μου «μου φάνηκε»).

Χρήση του άρθρου τα ως αναφορικής αντωνυμίας με σημασία «αυτά που, τα οποία» (λ.χ. τα γρικώ στ’ αφθιά μου, θαρρώ ζυγώνουσί με «αυτά που ακούω στα αφτιά μου, θαρρώ πως με ζυγώνουν»).

Χρήση της εμφατικής άρνησης ’εν τžαι (< δεν και) αντί του απλού δεν (λ.χ. ’εν τžαι δίνει μου, ’εν τžαι είδα τον).

γ)  Λεξιλογικά χαρακτηριστικά

Οι λέξεις της κυπριακής διαλέκτου μπορούν να διαχωριστούν σε:

          Λέξεις της αρκαδοκυπριακής διαλέκτου

          Λέξεις της κλασσικής εποχής και του Ομήρου, όπως το αλακάτιν «μαγγανοπήγαδο» (< ομηρική ηλακάτη ή λεκάτη ή αλεκάτη)

          Λέξεις της κοινής ελληνιστικής (Ευαγγέλια, Καινή Διαθήκη, Εκκλησία)

          Βυζαντινές και λατινικές

          Γαλλικές (φράγκικες, αρχαιογαλλικές και προβηγκιακές) και ιταλικές (βενετικές), όπως τσαέρα «καρέκλα» (< προβηγκ. chaira) και  βαντζάρω «προχωρώ» (< avanzare)    

          Αραβικές (από επιδρομές και εποικισμούς)

          Τουρκικές, όπως κκουσ̌μάς «κουβέντα» (< konuşma)

          Αγγλικές, όπως σέντερ «αποστολέας» (< sender)

 

δ) Ιδιώματα

Αν και υπάρχουν συνολικά 18 ιδιώματα της Κυπριακής διαλέκτου, τα επικρατέστερα σήμερα είναι αυτά της Πάφου, της Λεμεσού, των Κοκκινοχωριών και της Λευκωσίας, με μικρές διαφορές μεταξύ τους. Μερικά από τα χαρακτηριστικά των 18 αυτών ιδιωμάτων είναι τα ακόλουθα:

 

1.      Ιδίωμα της Καρπασίας:

          Υποκοριστικές καταλήξεις όπως κοπελλούρα, κοπελλούριν

          Παράταση συμφώνων, όπως αλουπός -αλουππός, φακή -φατσ΄η

2.      Ιδίωμα της Μεσαορίας:

          Τροπή του παρατεταμένου θθ σε ττ, όπως αττυμούμαι, ετ τέλω

          Ρηματικοί τύποι σε -ούνταν και -ούντασιν, όπως ερκούνταν, ερκούντασιν

3.      Ιδίωμα της Δυτικής Μεσαορίας:

          Τροπή του συμλέγματος πκι σε φκι, όπως φκάννων, φκιάτον

          Τροπή σε μερικά του ττ σε θθ όπως, καλλύθθερα

4.      Ιδίωμα της Κερύνειας:

          Ανάπτυξη γ' στην αρχή μερικών λέξεων, που αρχίζουν από φωνήεν, όπως ωμός – γωμός

          Ανάπτυξη ε κατόπιν τελικού ν εγκλινομένης τριτοπροσώπου προσωπικής αντωνυμίας, όπως φερ' τονε, καλώς τηνε

5.      Ιδίωμα των Κοκκινοχωριών:

          Ιδιαίτεροι τύποι συνιζήσεως, όπως πόκια, πκκιάννω - κιάννω, χωράφκια –χωράκια

          Αποβολή σ από ρηματικούς τύπους, όπως επότια, να ποτίουμεν

6.      Ιδίωμα Παραλιμνίου:

          Τροπή των συμπλεγμάτων ξ και ψ σε τσ, όπως ξέρω - τσέρω, ύψος – ύτσος

          Αντωνυμικοί τύποι εγιώνις, εσούνις

7.      Ιδίωμα της Λάρνακας:

          Ιδιαίτεροι τύποι συνιζήσεως, όπως πόκια, κομμάκια

          Τροπή του συμπλέγματος μνι σε βνι, όπως καλάμνια -καλάβνια

8.      Ιδίωμα της Πιτσιλιάς:

          Διατήρηση προστριβόμενων συμφώνων, όπως πόδιν, κοπελλούδιν, εβδομάδα

          Τροπή του τι σε δγι όπως κομμάδγια, κουδγιά

9.      Ιδίωμα Ορεινής:

          Αηχοποίηση ηχηρού στοιχείου σε συμφωνικό σύμπλεγμα, όπως πόδκια - πόθκια, χωριόν -χωρκόν, κώβκω -κόφκω, εβδομάδα – εφταμάδα

          Ανάπτυξη προθεματικού ι και σε συνεκφορές ονομάτων, όπως εφόρησες ιστενά, έσ' εις ισποράν, εσ΄ει τζι' ι εμάς ιστρούθους

10.  Ιδίωμα Λεμεσού:

          Αποβολή του προστριβούς β και σποραδική εμφάνιση γ στη θέση του, όπως κουβαλώ - κουαλώ, βολίτζιν -γολίτζιν, βουνάριν – γουνάριν

          Σποραδικοί ιδιαίτεροι τύποι συνιζήσεως, όπως πόκια, κομμάκια

11.  Ιδίωμα Επισκοπής:

          Παθήσεις των προστριβόμενων συμφώνων, όπως δαμάλιν - γαμάλιν, δέρνω - γέρνω, θέλω – χέλω

          Ιδιαίτεροι τύποι συνιζήσεως, όπως πόδκια -πότκια, καλάθτια - καλάτια

12.  Ιδίωμα Κρασοχωριών:

          Ιδιαίτεροι τύποι συνιζήσεως, πκκιάνω

          Ανάπτυξη ε σε συνεκφορές ρημάτων, όπως εν εφτάννω να τον εστρέψω

13.  Ιδίωμα Μαραθάσας:

          Διατήρηση των προστριβόμενων συμφώνων, όπως πόδιν, κοπελλούδιν

          Απολαβή του προστριβούς β και σποραδική εμφάνιση γ στη θέση του, όπως κουαλώ, βολίτζιν - γολίτζιν, βουνάριν - γουνάριν

14.  Ιδίωμα της Σολιάς:

          Ιδιαίτεροι τύποι συνιιζήσεως όπως βκιάννω, φκιάννω, χωράφτκια

          Τροπή σε μερικές περιπτώσεις του ττ σε θθ, όπως καλλύθθερα

15.  Ιδίωμα Τηλλυρίας:

          Παθήσεις των προστριβόμενων συμφώνων, όπως θέλω - χέλω, δέρνω – γέρνω

          Παθήσεις στα συμφωνικά συμπλέγματα σφ και ζβ, όπως σφυρώ - φσυρώ, σβήννω - βζήννω - ζήννω

16.  Ιδίωμα Βορειοδυτικής Πάφου:

          Εμφάνιση ασθενούς χ σε ρηματικούς κυρίως τύπους στη θέση παλαιότερου σ, όπως επότιχα, να ππέχωμεν να πνάχωμεν

          Ανάπτυξη ι σε συνιζήσεις, όπως κριάς - κρικάς, Χολέτρια - Χολέτρικα

17.  Ιδίωμα Νοτίου Πάφου:

          Συνηθέστερη τροπή φθόγγων θ και χ σε φ, όπως ρουφούνια, φωράφκια

          Ιδιαίτεροι τύποι συνιζήσεως, όπως πκκιάννω - κκιάννω, πκοιός - κκοιός - πιάτο - κκιάτο

18.  Ιδίωμα Κεντρικής Πάφου:

          Ιδιαίτεροι τύποι συνιζήσεως, όπως πόδτια, καλάθτια, λουβτιά, χουράφτια

          Εμφάνιση ασθενούς χ σε ρηματικούς κυρίως τύπους στη θέση παλαιότερου σ, όπως επότιχα, να ππέχωμεν να πνάχωμεν, μέσα - μέχα, κάμποσα -κάμποχα, γεια σας - γεια χας

 

Συμπεράσματα

     

Η μοναδικότητα της κυπριακής διαλέκτου έτσι όπως έχει διαμορφωθεί αντανακλά τη δύναμη του κυπριακού λαού να προσαρμόζεται σε δύσκολες καταστάσεις και να αντεπεξέρχεται κάθε δυσκολία. Είναι φανερό ότι η κυπριακή διάλεκτος με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και τις λεξιλογικές της ιδιομορφίες αναδεικνύει την αλληλεπίδραση της με διάφορους πολιτισμούς κατακτητών της Μεγαλονήσου στο πέρασμα των αιώνων. Ωστόσο, η κυπριακή διάλεκτος έχει καταφέρει να διατηρήσει την ταυτότητά της και να παραμείνει βαθύτατα ελληνική, όπως άλλωστε και η ίδια η Κύπρος.


                                                                                               Κούρτη Αρετή
 
 
Βιβλιογραφία

1.      Yves Duhoux, Introduction aux Dialectes Grecs Anciens, Cabay, Lounain-la-Neuve 1983

2.      Beaudouin, M. 1884: Étude du dialecte chypriote moderne et medieval

  1. Horrocks, G. 1997: Greek: A History of the Language and its Speakers (London), ελλ. μτφ. υπό Μ. Σταύρου & Μ. Τζεβελέκου (Αθήνα 2006)
  2. Συμεών Τσολακίδης. Η κυπριακή διάλεκτος: Πρώτες μαρτυρίες και χαρακτηριστικά. ΘΕΜΑΤΑ Περιοδικό σύγχρονου κοινωνικού προβληματισμού. 2012; 11-12: 22-31

5.      Γιαγκουλλής, Κ. 1997: Μικρός ερμηνευτικός και ετυμολογικός θησαυρός τής κυπριακής διαλέκτου (Λευκωσία)

6.      Μηνάς, Κ. 1987: «Αφομοίωση του ερρίνου με τους άηχους κλειστούς φθόγγους στην ελληνική γλώσσα» ― Πρακτικά Β΄ Διεθνούς Κυπριολογικού Συνεδρίου, τόμ. 3, σελ. 253-283 (Λευκωσία)

7.      Μηνάς, Κ. 2000: «Φωνητικά και ετυμολογικά τής Κυπριακής διαλέκτου» ― Νεοελληνική Διαλεκτολογία 3, σελ. 151-188

8.      Χατζηιωάννου, Κ. 1996: Ετυμολογικό Λεξικό τής Ομιλουμένης Κυπριακής Διαλέκτου (Λευκωσία)

9.      Χατζηιωάννου, Κ. 1999: Γραμματική τής Ομιλουμένης Κυπριακής Διαλέκτου (Λευκωσία)

1 σχόλιο: